- ἐπεικάδες
- ἐπεικάδες, ων, αἱ, ([etym.] εἰκάς)A the days between the 20th and the end of the month, EM131.15; cf. εἰκάς.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
επεικάδες — ἐπεικάδες, αι (Α) οι ημέρες κάθε μήνα από την εικοστή (εικάδα) ώς το τέλος, που οι αρχαίοι Έλληνες τίς θεωρούσαν αποφράδες … Dictionary of Greek